Βάρκῃ

Βάρκῃ
Βάρκα
fem dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • BARCE vel BARCA — BARCE, vel BARCA eadem quae Marmarica, teste Bochartô, l. 1. Chanaan, c. 25. Ingens Africae regio, inter Aegyptum, et regnum Tunetanum, in ora maris Mediterranei sterilis admodum. Morerius. Et urbis nomen in Cyrenaica vetustissimae, a Batto,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Barca (Libia) — Saltar a navegación, búsqueda Para otros usos de este término, véase Barca (desambiguación). Barca (griego antiguo Βάρκη, árabe برقة) fue una antigua colonia griega y después romana y ciudad bizantina, del norte de África. Está enclavada en la… …   Wikipedia Español

  • Barce (Libyen) — Barce (italienisch Barca, französisch Barqa, griechisch Βάρκη, arabisch ‏برقة‎) war eine antike griechische Kolonie und später römische, byzantinische Stadt in Nordafrika, auf dem Gebiet des heutigen Libyen. Inhaltsverzeichnis …   Deutsch Wikipedia

  • Αρκεσίλαος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Λύκου και της Θεοβούλης, ένας από τους αρχηγούς των Βοιωτών στον Τρωικό πόλεμο. Σκοτώθηκε από τον Έκτορα. 2. Γιος του Οδυσσέα και της Πηνελόπης, που γεννήθηκε μετά την επιστροφή του πατέρα του από την… …   Dictionary of Greek

  • Βάττος — I (5ος αι. π.Χ.). Κορίνθιος στρατηγός. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου ανέλαβε την υπεράσπιση της ατείχιστης Σολυγείας, την οποία απειλούσαν 2.000 Αθηναίοι και Καρυστινοί οπλίτες υπό την αρχηγία του Νικία. II Όνομα βασιλιάδων της… …   Dictionary of Greek

  • Πτολεμαΐς — I Φυλή της Αττικής που είχε ιδρυθεί το 260 π.Χ. από τους Αθηναίους προς τιμήν του Πτολεμαίου του Φιλαδέλφου, ή, σύμφωνα με τον Πολύβιο, προς τιμήν του Πτολεμαίου του Ευεργέτη. II Κόρη του Πτολεμαίου του A’ από την τρίτη σύζυγό του Ευρυδίκη. Έφυγε …   Dictionary of Greek

  • Φερετίμη — Σύζυγος του βασιλιά της Κυρήνης Βάττου Γ’, μητέρα του Αρκεσίλαου Γ’. Όταν ο Αρκεσίλαος ανέβηκε στον θρόνο, η Φ. τον παρακίνησε να μη δεχτεί τον περιορισμό της βασιλικής εξουσίας που είχε επιβάλει ο Δημώναξ, οργανωτής από τη Μαντινεία που είχε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”